Είναι δεδομένο ότι η διαπραγμάτευση με την
τρόικα θα είναι δύσκολη. Και είναι εύλογο να συμβεί αυτό. Στις επαφές που ήδη
έχουν γίνει αποδείχθηκε ότι υπάρχουν υποχρεώσεις τις οποίες δεν έχουμε τηρήσει
(παράδειγμα η μη εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου σε όλο τον δημόσιο τομέα)
αλλά και παράλογες αξιώσεις των εκπροσώπων των δανειστών μας (όπως η
«ανακάλυψη» ελλείμματος που προ τριμήνου είχαν αποφανθεί ότι δεν υπάρχει).
Επίσης δεδομένο είναι ότι έχουμε πλησιάσει σημαντικά τον
στόχο της απαλλαγής μας από μνημόνια.
Οχι βέβαια επειδή το δηλώνει επίμονα η
ελληνική κυβέρνηση, αλλά επειδή οι αγορές μάς αντιμετωπίζουν θετικά και η θέση
μας βελτιώνεται μέρα με τη μέρα. Αυτή η ευνοϊκή εξέλιξη δεν πρέπει σε καμία
περίπτωση να ανακοπεί. Ο ελληνικός λαός έχει ματώσει προκειμένου να διαμορφωθεί
η σημερινή πραγματικότητα.
Αυτονόητο είναι, κατά συνέπεια, ότι στη νέα διαπραγμάτευση η
κυβέρνηση θα πρέπει να επιδείξει ψυχραιμία και σύνεση. Οι εύκολοι παλικαρισμοί
και οι επιπόλαιες «κόκκινες γραμμές» δεν είναι οι καλύτερες επιλογές όταν διακυβεύεται
τον παρόν και το μέλλον της χώρας. Και το ίδιο ισχύει για την ενδοτικότητα και
την υποταγή στις πιέσεις που σίγουρα θα υπάρξουν.
Αλλωστε είναι πια αδιαμφισβήτητο ότι η διαχείριση της
ελληνικής κρίσης δεν έχει ως αποκλειστικό στόχο τη δημοσιονομική εξυγίανση και
τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής κοινωνίας, αλλά και την προστασία -σε κάποιες
περιπτώσεις κυρίως αυτό- των συμφερόντων κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Δεν υπονομεύονται τυχαία, για παράδειγμα, από τις Βρυξέλλες σοβαρές προσπάθειες
αποκρατικοποιήσεων, όπως η πώληση της ΔΕΠΑ στους Ρώσους, ή επενδύσεων όπως της
COSCO στον Πειραιά.