..Η ομολογία του ΔΝΤ

Η παραδοχή των αλλεπάλληλων λαθών που έγιναν από το ΔΝΤ στην κατάστρωση και εφαρμογή του πρώτου Μνημονίου 2010-2012 έγινε με μεγάλη καθυστέρηση, δεν παύει όμως να αποτελεί σπουδαία ευκαιρία αναπροσαρμογής της πολιτικής που με τόση εμμονή εφαρμόστηκε στην Ελλάδα οδηγώντας σε βαθιά ύφεση, εκρηκτική ανεργία και μαζική κατάρρευση των επενδύσεων. 

Οπως ήταν αναμενόμενο, η έκθεση του ΔΝΤ άνοιξε μεγάλη συζήτηση για το ποιος έχει την ευθύνη αποτυχίας: οι ξένοι παράγοντες, οι ελληνικές κυβερνήσεις, η εκάστοτε αντιπολίτευση ή μήπως η συμμετοχή μας στο ευρώ που πολλοί θα ήθελαν να ανατρέψουν; Το κρίσιμο θέμα όμως δεν είναι πλέον το «ποιος» φταίει αλλά το «πώς» και «γιατί» απέτυχαν τα τρία συνεχιζόμενα προγράμματα έτσι ώστε οι λανθασμένες επιλογές να αλλάξουν και να μη χρειαστούν νέες δακρύβρεχτες ομολογίες αποτυχίας.
Ισως λοιπόν είναι χρήσιμο να θυμηθούμε μερικά θεμελιώδη σφάλματα που έγιναν:

Η φύση της κρίσης:
 Το κύριο πρόβλημα που είχε η Ελλάδα το 2009 ήταν η έλλειψη ρευστότητας, που έκανε αδύνατη την κάλυψη των δύο μεγάλων ελλειμμάτων του εξωτερικού ισοζυγίου και του δημοσίου τομέα. Προφανώς και χρειαζόταν άμεσο πρόγραμμα δημοσιονομικής προσαρμογής, αλλά θα μπορούσε να είχε εφαρμοστεί ήδη από το 2009, να είναι ηπιότερο και, προπάντων, να συνοδεύεται από μέτρα ενίσχυσης της εγχώριας ρευστότητας από την ΕΚΤ για να μην παραλύσει η τραπεζική δραστηριότητα και βυθιστεί η οικονομία στην ύφεση. 

Κύριο πρόβλημα όμως θεωρήθηκε τότε το δημόσιο χρέος και ο στόχος της άμεσης μείωσής του οδήγησε στην ακραία υπερφορολόγηση και στις περικοπές που προκάλεσαν ακόμη μεγαλύτερη ύφεση και τελικά αύξηση και του ίδιου του χρέους. Αξίζει να θυμηθούμε ότι στο τέλος του 2009 το χρέος ήταν 300 δισ. ευρώ και 127% του ΑΕΠ, ενώ σήμερα είναι 320 δισ. ευρώ και 183% του ΑΕΠ, παρά την προσπάθεια μείωσής του με το PSI το 2012. Το επίπεδο όπου βρισκόταν το χρέος το 2009 αποτελεί σήμερα μακρινό και δύσκολο στόχο.

Η φύση των μεταρρυθμίσεων: Τα μνημόνια απαιτούσαν πολλές αλλαγές ελπίζοντας ότι αυτές θα προσδώσουν τέτοια δυναμική στην οικονομία που θα αντισταθμίσουν την ύφεση και θα φέρουν ανάπτυξη σε χρόνο-ρεκόρ. Αναμφίβολα μερικές παρεμβάσεις, ιδίως στο Ασφαλιστικό, ήταν απόλυτα αναγκαίες και συνετέλεσαν στη μείωση των ελλειμμάτων, αν και πολλές φορές με ισοπεδωτικό τρόπο. Αλλες όμως παρεμβάσεις απεδείχθησαν άκαιρες ή ακόμη και αντιπαραγωγικές γιατί πνίγηκαν στην ύφεση. 

Για παράδειγμα, η μείωση μισθών του ιδιωτικού τομέα καμία βελτίωση δεν έφερε στις εξαγωγές, η απελευθέρωση μεταφορών δεν αύξησε τις ναυλώσεις, οι φοβεροί στόχοι ιδιωτικοποιήσεων 50 δισ. ευρώ έμειναν άπιαστοι. Ποιος άραγε θυμάται σήμερα τη μεταρρύθμιση στην αγορά γάλακτος που λίγο έλειψε να ρίξει την κυβέρνηση το 2014, χωρίς να επιφέρει τελικά καμία μείωση της τιμής καταναλωτή; Αντίθετα, ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στην υλοποίηση επενδύσεων, στη λειτουργία των ΔΕΚΟ, στη δανειοδότηση νέων επιχειρήσεων αγνοήθηκαν σχεδόν παντελώς.

Η αγνόηση των επενδύσεων:
 Κανένα από τα τρία μνημόνια δεν έθεσε άμεσο στόχο την αύξηση των παραγωγικών επενδύσεων και της απασχόλησης, καθώς θεωρούσαν ότι αυτές θα έλθουν αυτόματα μετά την ολοκλήρωση της δημοσιονομικής προσαρμογής. Ούτε καν το νέο πρόγραμμα ΕΣΠΑ δεν αναθεωρήθηκε, παρά το γεγονός ότι τα κονδύλια που θα διαθέσει καθορίστηκαν με βάση το κατά κεφαλήν εισόδημα πριν από την κρίση, ενώ με τα σημερινά δεδομένα της ύφεσης η Ελλάδα θα έπρεπε να διεκδικήσει πολύ περισσότερα. 

Σε συνδυασμό με τη μαζική φυγή καταθέσεων από τον φόβο του Grexit, την ασφυξία των τραπεζών από τις αλλεπάλληλες ανακεφαλαιοποιήσεις και την περυσινή αναταραχή με το δημοψήφισμα, η χρηματοδότηση ακόμη και των πιο απλών επενδύσεων έγινε προβληματική. Ο πρόσφατος αναπτυξιακός νόμος που εξαγγέλθηκε προβλέπει τόσο λίγα χρήματα για την προσεχή τετραετία που όλα μαζί δεν φτάνουν για μια πραγματικά μεγάλη επένδυση.

Ανέφικτοι στόχοι:
 Οσο όμως και να έλειπε μια στοιχειώδης πρόβλεψη για επενδύσεις, οι στόχοι για μεγάλα πρωτογενή πλεονάσματα για τη μείωση του χρέους παρέμεναν εξωπραγματικά υψηλοί. Και κάθε φορά που οι θεσμοί ανακάλυπταν ότι το αποτέλεσμα βρισκόταν πολύ κάτω από την πρόβλεψη, ερχόταν μια νέα δέσμη φορολογικών μέτρων για να επιδεινώσει τα προβλήματα και να κάνει τελικά τους στόχους ακόμη πιο απόμακρους. 

Αυτό ίσως βοηθά για να κατευνάσουν τους φορολογουμένους των άλλων χωρών όταν διαμαρτύρονται για το πού πάνε τα λεφτά τους, αλλά κάνει τα μνημόνια να απέχουν πολύ από το να είναι ένας οδικός χάρτης σταθερότητας και ανάπτυξης.


Κατόπιν εορτής:
 Η μάχη των επενδύσεων δεν έχει χαθεί ακόμη, αλλά γίνεται όλο και πιο δύσκολη εξαιτίας τόσο της πολύχρονης κόπωσης της ελληνικής οικονομίας όσο και της σημερινής διεθνούς αβεβαιότητας. Σε τέτοιες στιγμές η έκθεση του ΔΝΤ για τα λάθη των μνημονίων δεν πρέπει να γίνει αφορμή για άλλον έναν γύρο πολιτικής οξύτητας, που αποτελεί το προσφιλές υποκατάστατο της σοβαρής δημόσιας συζήτησης. 

Μπορεί όμως να αποβεί εξαιρετικά ωφέλιμη αν οδηγήσει σε αλλαγή στις προτεραιότητες, στους στόχους και στα μέσα οικονομικής πολιτικής. Οχι για να αποφύγουμε τη δέσμευση δημοσιονομικής σταθερότητας και ανάπτυξης στη χώρα μας αλλά για να την κάνουμε πιο αξιόπιστη.

.Καθρέφτη, καθρεφτάκι μου

Πανηγύρι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης την περασμένη Τετάρτη, μία ημέρα μετά το κόψιμο των συντάξεων από την κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου. Στόχος ηθοποιός που με σχόλιό του διαμαρτυρήθηκε για το κόψιμο της σύνταξής του. Ο ίδιος όμως πριν από μήνες είχε υποστηρίξει, με άρθρο του στην κομματική έκδοση του ΣΥΡΙΖΑ, για ποιους λόγους θα ψηφίσει τον κ. Τσίπρα ενώ στη συνέχεια τον περιέγραφε μέχρι και «γερακίνας γιο».

Σαφέστατα τα σκωπτικά σχόλια είναι καταδικαστέα. Πολλά όμως αφορούσαν την ευθύνη του συγκεκριμένου ηθοποιού για το κόψιμο των συντάξεων και την πολιτική της κυβέρνησης. Και σωστά. Διότι κάποια στιγμή επιτέλους πρέπει να παραδεχθούμε ανοιχτά την ευθύνη των πολιτών για την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε.

Η αποτυχία των κυβερνήσεων (όλων των χρωμάτων), το τραγικό κράτος το οποίο έχουμε, η οικονομική κατάρρευση της χώρας και φυσικά η διαπλοκή είναι αποτέλεσμα και αποφάσεων του κάθε ψηφοφόρου. Το 35% των συμπολιτών μας ψήφισε τον ΣΥΡΙΖΑ και το 3% τον κ. Καμμένο. Οι πολίτες αυτοί έδωσαν, και εξακολουθούν να δίνουν, τη δύναμη και το απόλυτο δημοκρατικό δικαίωμα στους κ.κ. Τσίπρα και Καμμένο να κάνουν ό,τι επιθυμούν. (Το ίδιο δικαίωμα είχαν οι κ.κ. Σαμαράς, Παπανδρέου, Καραμανλής...)

Η διαπλοκή είναι αποτέλεσμα συνεργασίας επιχειρηματιών και πολιτικών. Χωρίς τους πολιτικούς διαπλοκή δεν υφίσταται (έγινε άλλωστε έμμεση παραδοχή τούτου πριν από λίγες ημέρες από επαγγελματία βουλευτή). Η οικονομική κατάσταση είναι αποτέλεσμα των πολιτικών οι οποίοι ορίζουν τις συνθήκες όπου οι επιχειρηματίες θα επιλέξουν (ή όχι) να επενδύσουν.


Οι πολιτικοί όμως είναι απόλυτη επιλογή των ψηφοφόρων. Οι ίδιοι που επέλεξαν τον κ. Τσίπρα και τον κ. Καμμένο να διοικούν τη χώρα ήταν οι ίδιοι που επέλεξαν παλαιότερα τον κ. Παπανδρέου και τον κ. Καραμανλή. Οι πολίτες δεν αλλάζουν - μόνο οι πολιτικοί. Οι ευθύνες λοιπόν βρίσκονται στον καθρέφτη μας, μπροστά μας. Σε τελική ανάλυση, μήπως έχουμε τους πολιτικούς που μας αξίζουν;

.Μέγα το πρόβλημα της «συγκυβέρνησης»

Η​​ καταψήφιση του νομοθετήματος για τη δημιουργία μουσουλμανικού τεμένους μόνον από τους ΑΝΕΛ και τη Χρυσή Αυγή προκαλεί σοβαρό πολιτικό ζήτημα στη συγκυβέρνηση Τσίπρα-Καμμένου. Ιδιαίτερα για τον τρόπο που πολιτεύεται ο δεύτερος. Αποδεικνύει πως ο κ. Καμμένος σηκώνει το λάβαρο του «πατριωτισμού», το οποίο έχει πολλά κοινά χρώματα με τη σημαία της Χ.Α., μόνον όταν νομίζει πως τον συμφέρει ψηφοθηρικά ή στις περιπτώσεις που είναι ανώδυνες για τη σταθερότητα της συγκυβέρνησης. 

Ας υποθέσουμε πως στη συγκεκριμένη ψηφοφορία η Ν.Δ. και τα άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης, έστω για προσχηματικούς λόγους, όπως συμβαίνει συχνά, αρνούνταν να ψηφίσουν. Τι θα έκανε ο κ. Καμμένος; Θα ανέτρεπε την κυβέρνηση; Οχι, βέβαια. Εκών άκων, θα υπερψήφιζε το τέμενος καταστέλλοντας τον υπερχειλίζοντα «πατριωτισμό» του. Τούτο είναι απολύτως βέβαιον. Οι ΑΝΕΛ συμπράττουν πειθήνια σε όλες τις προσπάθειες του κ. Φίλη να ισοπεδώσει ή και να αφελληνίσει την Παιδεία.

 Διότι, για να επικρατήσει ο αριστερός δογματισμός του ΣΥΡΙΖΑ στο πεδίο αυτό, η κυβέρνηση έχει απόλυτη ανάγκη των «πατριωτικών» ψήφων των ΑΝΕΛ.
Ιδού, λοιπόν, το πεδίον δόξης και καταξίωσης του «πατριωτισμού» των ΑΝΕΛ. Διότι το ζήτημα της Παιδείας είναι απείρως σημαντικότερο του μουσουλμανικού τεμένους. Αφορά επόμενες γενιές απαίδευτων, ημιμαθών ή και αφελληνισμένων Ελλήνων, οι οποίοι θα είναι (ειδικά για τον κ. Καμμένο) περισσότερο ευάλωτοι στον «μουσουλμανικό επεκτατισμό». 

Ομως, αυτό το πεδίον δόξης αγνοείται από τον κ. Καμμένο. Με άλλους λόγους, η μόνη διαφορά μεταξύ ΑΝΕΛ και Χ. Α. είναι η συνέπεια (!) του κ. Μιχαλολιάκου σε όσα ζοφερά πιστεύει και υπηρετεί. Ενώ ο κ. Καμμένος πολιτεύεται με μοναδικό γνώμονα την παραμονή του στην κυβέρνηση και τη διάσωση του ανερμάτιστου κόμματός του, γαντζωμένος στο σωσίβιο του 3%. 

Στο ερώτημα ποιο από τα δύο –περίπου συμπλέοντα κόμματα– είναι σήμερα περισσότερο επικίνδυνο για τον τόπο ας απαντήσει ο κ. Καμμένος. Διότι αυτός συμπράττει στην κυβέρνηση της «πρώτης φοράς αριστερά». Βέβαια, για τον κ. Μιχαλολιάκο η εξουσία είναι, ευτυχώς για τη χώρα, άπιαστο και απατηλό όνειρο.


Ολα τα παραπάνω, όμως, αναδεικνύουν και την «ανίερη συμμαχία» των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. (Για να θυμηθούμε τον αριστερό χαρακτηρισμό του ‘89.) Ωστόσο, η «συμμαχία» εκείνη διήρκεσε λίγους μήνες και είχε προσδιορισμένο στόχο την «κάθαρση», με ό,τι σήμαινε ο όρος αυτός στη συγκεκριμένη περίοδο. 

Αντίθετα, η νέα «ανίερη συμμαχία» βρίσκεται στην εξουσία επί 18 μήνες και υποτίθεται ότι διαχειρίζεται τη λαϊκή εντολή να κυβερνήσει τον τόπο, εξαντλώντας, μάλιστα, την τετραετία. Ο κ. Τσίπρας έχει αντιληφθεί το «πρόβλημα Καμμένου». Οχι, βέβαια, από την άποψη του ιδεολογικού και πολιτικού χάσματος. Ο ίδιος είναι εξίσου εξουσιολάτρης με τον κ. Καμμένο. Εκείνο που τον ανησυχεί είναι η αστάθεια του κ. Καμμένου. 

Φοβάται πως ο πρόεδρος των ΑΝΕΛ δεν θα διστάσει να ανατρέψει την κυβέρνηση κάποια στιγμή που θα θεωρήσει πως πέφτει από το 3% και με μια –οποιαδήποτε– αφορμή που θα πιστεύει ότι ωφελεί το κόμμα του. Γι’ αυτό αναζήτησε, μέσω της απλής αναλογικής και συνταγματικής αναθεώρησης, νέους συμμάχους, στοχεύοντας κυρίως το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι. Δεν το πέτυχε. Και η χώρα εξακολουθεί να «κυβερνάται» από μια εκτρωματική και κυρίως ανίκανη «συμμαχία».  

.Τουρκία, ο δύσκολος εταίρος

Η ​​ένταση της αντιπαραθέσεως στις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση δημιουργεί ανησυχία, αλλά όχι έκπληξη. Η αναγκαιότητα της Αυτοκρατορίας των Οθωμανών και στη συνέχεια του κοσμικού κράτους που εγκαθίδρυσε ο Μουσταφά Κεμάλ, για τη διατήρηση της ισορροπίας δυνάμεων που υφίσταντο στην Ευρώπη, αναγνωριζόταν διαχρονικώς απόλυτα· αλλά μονίμως αντιμετωπιζόταν ως χώρα υποδεέστερη πολιτικά και πολιτιστικά.
Τελούσε πάντα η εν λόγω πολιτική οντότης υπό ένα καθεστώς επιτηρήσεως. 

Το ενδιαφέρον ήταν ότι το σύστημα το οθωμανικό και στη συνέχεια το κοσμικό ανθίστατο στην ομογενοποίηση, που προσπαθούσε να επιβάλει η Δύση, και παρουσίαζε αντοχές εντυπωσιακές, ακόμη και όταν προεξοφλείτο η διάλυσή της.
«Από του Μαχμούτ μέχρι του Αβδούλ Μετσίδ, το σύστημα της αναμορφώσεως εκυβέρνησε την Αυτοκρατορίαν» έγραφε Ελληνας λόγιος στα μέσα του 19ου αιώνα.

Το αποτέλεσμα ήταν ότι «προσέβαλε το θρησκευτικόν αίσθημα των Τούρκων, και, επειδή αυτό ήτο συγχρόνως και το αίσθημα της εθνικότητός των, η Τουρκία συγκατέπεσε μετά φανατισμού, όστις αποτελεί την δύναμίν της».

Ενάμιση αιώνα αργότερα, η ως άνω παρατήρηση ισχύει και αυτό σημαίνει ότι όσο αυξάνονται οι πιέσεις για ευθυγράμμιση προς τα «ευρωπαϊκώς» ισχύοντα τόσο θα αυξάνεται ο φανατισμός, τόσο θα ενισχύεται το αίσθημα ανυπακοής προς τη Δύση, τόσο θα ριζοσπαστικοποιείται θρησκευτικά η Τουρκία.

Με την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, ο πρόεδρος της Τουρκίας κ. Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν δεν είναι ένας πολιτικός που αναμένει τη συνταξιοδότησή του μετά τη λήξη της θητείας του, όπως συμβαίνει με τους ηγέτες των δυτικών κρατών. Εκ των πραγμάτων, θα ωθήσει τα πράγματα στα άκρα. 

Στον πόλεμο που εκήρυξε εναντίον του Φετουλάχ Γκιουλέν δεν έχει ως συμμάχους μόνον τα στελέχη του κόμματός του. Υπάρχουν και άλλα θρησκευτικά τάγματα στην Τουρκία, που θα αναλάβουν τη χειραγώγηση του πλήθους, μόνον που επικεφαλής του ισλαμικού κινήματος θα είναι πλέον προσωπικά ο κ. Ερντογάν.

Η μείζων πρόκληση προς την Τουρκία –και όχι απλώς προς τον κ. Ερντογάν– ήταν η στήριξη των Αμερικανών και κάποιων άλλων δυτικών δυνάμεων προς τους Κούρδους και η διακίνηση της ιδέας για τη δημιουργία κουρδικής οντότητος στα νότια σύνορα της Τουρκίας, για να αντιμετωπίσουν το χάος που δημιουργήθηκε με τη μεταφορά της «Αραβικής Ανοιξης» στη Συρία.

Δεν ήταν δυνατόν να μην υπάρξουν ανακλαστικά στους σχεδιασμούς αυτούς. Οι συνθήκες υπό τις οποίες συνετελέσθη η διάλυση της Αυτοκρατορίας επανέρχονται στη μνήμη. Οι μεταρρυθμίσεις που εισήγαγε υπό την πίεση της Ευρώπης ο Αμντούλ Μετσίντ με το Τανζιμάτιο το 1839 και ο Αμπντούλ Χαμίτ Β΄ με το Σύνταγμα του 1876 οδήγησαν στη ριζοσπαστικοποίηση των χριστιανικών πληθυσμών στα Βαλκάνια. 

Καλώς ή κακώς η ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας ενεθάρρυνε τις αποσχιστικές τάσεις των Κούρδων, που είχαν εκδηλωθεί από καιρό ενόπλως.
Δεν είναι παράδοξο ότι οι σχέσεις της Αγκυρας με τη Δύση διέρχονται περίοδο πρωτοφανούς δοκιμασίας. Το παράλογο είναι οι συνέπειες μιας ρήξεως θα είναι τραγικές.

 Είτε το θέλουμε είτε όχι, η Τουρκία υπήρξε πάντα τμήμα του ευρωπαϊκού συστήματος –απροσάρμοστο, εν πολλοίς, δύσκολη χώρα στη διαχείρισή της, αλλά αναγκαιότης. Μία ελευθέρως διακινούμενη Τουρκία θα ήταν εφιάλτης πρωτίστως για τη χώρα μας.

Ας μη μας διαφεύγουν τα ουσιώδη. Απαξ και επιβίωσε ο κ. Ερντογάν, πρέπει να υπάρξουν προσαρμογές στη συμπεριφορά της Δύσης.

.

.

ZOGRAFOU NEW POLIS ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

.

.

Η ΛΙΣΤΑ ΙΣΤΟΛΟΓΙΩΝ ΜΟΥ ΖΩΓΡΑΦΙΩΤΗΣ ΕΔΩ

.

.

ΖΩΓΡΑΦΟΥ NEWS1 ΔΗΜΟΦΙΛΕΙΣ ΑΝΑΡΤΗΣΕΙΣ

.

.