Το απρόβλεπτο στην πολιτική είναι συνηθισμένο φαινόμενο. Η
κυβέρνηση, ζητώντας ψήφο εμπιστοσύνης στη Βουλή, επεδίωξε μια «οργανωμένη
επανεκκίνηση», με σταθερότητα και χωρίς εκλογολογία, μέχρι την έναρξη της
συζήτησης για την εκλογή Προέδρου. Δυστυχώς τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως τα
ήθελε.
Η ανατροπή έγινε από την αντίδραση των αγορών και των
δανειστών στο κυβερνητικό «σχέδιο εξόδου» από την κρίση. Ανέτρεψε όλο τον
σχεδιασμό της κυβέρνησης και δημιούργησε αμφιβολίες και αντιδράσεις στο
εσωτερικό της. Ενώ επανήλθαν στο προσκήνιο οι εκτιμήσεις για αιφνίδιες και
ραγδαίες εξελίξεις τον Νοέμβριο κ.λπ.
Το πολιτικό περιβάλλον «ξαναστράβωσε» και
επανήλθε στην προ «ψήφου εμπιστοσύνης» κατάσταση, επί τα χείρω... Τώρα η
κυβέρνηση είναι υποχρεωμένη σε μια πιο ρεαλιστική επανατοποθέτηση του
μεταμνημονιακού αφηγήματός της. Να υπερβεί το «εμπόδιο» της αξιολόγησης -που
δεν θα είναι εύκολη-, καθώς μέχρι στιγμής οι διευκολύνσεις που επιδιώκει δεν
έχουν γίνει αποδεκτές.
Οι δυσκολίες για μια κυβέρνηση δικομματικού
συνασπισμού, με επισφαλείς πια ισορροπίες, που έχει χάσει την προωθητική
δυναμική της (βλέπε δημοσκοπήσεις) είναι μεγάλες, όταν τα ζητούμενα είναι
μειώσεις μισθών και απολύσεις στο Δημόσιο, εργασιακά, ασφαλιστικά και
ελλείμματα, δημοσιονομικά και χρηματοδοτικά, με ανοιχτό ακόμα το θέμα των
stress tests των τραπεζών.
Από την άλλη, δεν είναι καθόλου εύκολη και η
διαπραγμάτευση για το πλαίσιο της «επόμενης ημέρας», τη διευθέτηση του χρέους
και τις συνεπακόλουθες δεσμεύσεις. Ο χρόνος είναι περιορισμένος. Και δεν
ξέρουμε ακόμα και εάν οι δανειστές θέλουν να «κλείσουν» το θέμα μέχρι το τέλος
του χρόνου. Για όλα αυτά οι ασάφειες έχουν διευρυνθεί;
Ιδίως μετά τη σκληρή αντίδραση των αγορών και των
δανειστών στο αρχικό σχέδιο της κυβέρνησης. Φυσιολογική ήταν η πρόκληση ενός
«σοκ» στο εσωτερικό της κυβέρνησης, το οποίο είναι εμφανές και σε τρέχοντα
θέματα: από την καθυστέρηση των ρυθμίσεων για τις δόσεις των οφειλών μέχρι τα
«κόκκινα δάνεια» κ.λπ., που αυξάνουν με γεωμετρική πρόοδο τα ληξιπρόθεσμα που
«πνίγουν» ανθρώπους και επιχειρήσεις. Ετσι δεν «προχωράμε»!