Τα νέα ήθη που φέρνει στην
πολιτική ζωή του τόπου η κυβέρνηση επιζητούν, όπως φαίνεται, θεσμοθέτηση. Και
για να επιτευχθεί αυτό, ακολουθείται η καταγεγραμμένη στην ιστορία των
πολιτικών ηθών μέθοδος. Τα νέα ήθη προκαλούν τη γραφειοκρατική κατοχύρωση, την
ηθική νομιμοποίηση και τον αδιαμφισβήτητο ιδεολογικό εξαγνισμό τους.
Αιτιολογούνται από την ανάγκη ύπαρξης μιας Νέας Κοινωνίας, που και αυτή, με τη
σειρά της, έχει ανάγκη Νέο Σύνταγμα, το οποίο θα έχει προκαλέσει η νέα λαϊκή
απαίτηση.
Η απαίτηση του λαού είναι το
καύσιμο για κάθε Βίβλο των νέων ηθών. Ο ΣΥΡΙΖΑ, σε συνεργασία με το αδελφό
κόμμα των ΑΝΕΛ, οργανώνει για την ελληνική περίπτωση στον διεθνή χάρτη του Νέου
Λαϊκισμού τη σύζευξη δύο φαινομενικά οξύμωρων συνθηκών: του κοινοβουλευτισμού
και του εθνικολαϊκισμού. Ο πρώτος ευδοκιμεί χωρίς τον δεύτερο, αλλά ο δεύτερος
έχει ανάγκη την επίφαση του πρώτου.
Τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι
σκοτεινά, αλλά παραμένουν απλώς απογοητευτικά, καθώς η κυβέρνηση έχει στο
διάστημα που βρίσκεται στην εξουσία αποκαλύψει το απύθμενο βάθος της
ανικανότητάς της.
Αντικειμενικά, ακόμη και η
οργάνωση της Νέας Κοινωνίας, όπως την ονειρεύεται ο κύριος Τσίπρας, προϋποθέτει
μία μικρή έστω ομάδα ευφυών λαϊκιστών που εν προκειμένω φαίνεται ότι
απουσιάζουν. Λαϊκιστές περισσεύουν, αλλά οι ευφυείς δικτατορίσκοι σπανίζουν.
Σε
αυτό το τοπίο του αμήχανου ερασιτεχνισμού που τροφοδοτείται από το πέπλο της
σύγχυσης που μόνο το θράσος της άγνοιας μπορεί να εξυφάνει, η ελληνική
κυβέρνηση του 2016 παραμένει, ωστόσο, μία παραφυάδα του διεθνούς λαϊκισμού. Αν
και παραφυάδα, διεκδικεί, σε αντίθεση με άλλα συγγενή ιδεολογικά μορφώματα ανά
τον κόσμο, τη φιλάρεσκη πρωτιά να κυβερνά μια χώρα της Ευρωζώνης.
Από μόνο του
το φαινόμενο αυτό, ως εγγενώς αντιφατικό, είναι εκ πρώτης όψεως περίπλοκο και
αντικειμενικά αδύνατον να κατανοηθεί στις σύνθετες παραμέτρους του όσο είναι
ακόμη εν ενεργεία.
Και η απήχηση του λαϊκισμού στην
Ελλάδα είναι, δυστυχώς ακόμη, με ένα momentum που δεν επιτρέπει αισιοδοξία. Η
δυσκολία στην αναχαίτιση του λαϊκισμού εντοπίζεται στις πολλές και διαφορετικές
κοινωνικές δεξαμενές υποδοχής του.
Ανέκαθεν, ο πολιτικός λαϊκισμός είχε κοινό
πρόσωπο αλλά πολλαπλές κοινωνικές εφαρμογές. Καθώς είναι πιθανόν να το
γνωρίζουν αυτό κάποιοι στην κυβέρνηση, προωθούνται διάφορα ηθικοπλαστικά
σενάρια για συνταγματική αναθεώρηση, ανάδυση της Νέας Κοινωνίας και εμβάθυνση
του χάσματος με το «παρελθόν» με προοπτική διατήρησης μιας στοιχειώδους συνοχής
ανάμεσα στους πολλούς και ποικίλους αποδέκτες του λαϊκιστικού πολιτικού λόγου.
Οι εξαγγελίες-ομπρέλα που είναι γεμισμένες με φληναφήματα κοινωνικού
οραματισμού είναι ίδιον κάθε απολυταρχίας δεξιάς ή αριστερής, κάθε ήπιας ή
κρυπτικής δικτατορίας, κάθε εξυφαινόμενου ημικοινοβουλευτισμού, κάθε
ευρωβενεζουελάνικου μείγματος και οπωσδήποτε κάθε διανοητικής μονολιθικότητας.
Η ελληνική κυβέρνηση έλκεται από θεωρίες, οράματα και κατασκευασμένες
πραγματικότητες.
Μέσα σε αυτό το μείγμα, που, επί
της ουσίας, μπορεί να συνοψιστεί με τον απλό όρο της πολιτικής απάτης, η
δικαίωση της φτώχειας και η εξευγενισμένη θώπευσή της με κάρτες αλληλεγγύης
είναι απλώς ένα επόμενο στάδιο.