Η ανεξέλεγκτη ροή προσφύγων και μεταναστών αναδεικνύει
την Τουρκία σε κρίσιμο παράγοντα της εσωτερικής σταθερότητος ή, αντιθέτως, σε
καταλύτη περαιτέρω κοινωνικής, οικονομικής και πολιτικής απορρυθμίσεως των
ευρωπαϊκών κρατών.
Από την άποψη αυτή, το αυριανό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με τη
συμμετοχή της Τουρκίας, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον, όπως επίσης και η
διμερής συνάντηση στη Σμύρνη των πρωθυπουργών Ελλάδος και Τουρκίας κ. Αλέξη
Τσίπρα και Αχμέτ Νταβούτογλου και των μελών του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας
των δύο χωρών.
Δεν θα
ήταν πιθανόν υπερβολή ή κυνισμός να υποστηρίξει κάποιος ότι το δράμα των
προσφύγων που δημιούργησε η άστοχη παρέμβαση κάποιων κρατών της Δύσεως στη Μέση
Ανατολή μπορεί να οδηγήσει σε ουσιαστικότερη προσέγγιση και παραγωγική συνεργασία
της Αγκυρας τόσο με την Ευρωπαϊκή Ενωση όσο και με τη χώρα μας.
Παρεμπιπτόντως
σημειώνεται ότι οι καταστροφικοί σεισμοί του 1999 στην Κωνσταντινούπολη
οδήγησαν σε θεαματική ανατροπή των σχέσεων Αγκυρας-Αθηνών, όταν ως υπουργός επί
των Εξωτερικών ο κ. Γιώργος Παπανδρέου ακύρωσε ουσιαστικά την πολιτική των
κυβερνήσεων του ΠΑΣΟΚ έναντι της Τουρκίας.
Δεν
υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ότι ο πρόεδρος της Τουρκίας Ρετσέπ Ταγίπ Ερντογάν
έχει επίγνωση της σοβαρότητος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η Ευρώπη, και
θα επιχειρήσει να εξαργυρώσει τη συνεργασία του με όσο το δυνατόν
ουσιαστικότερες παραχωρήσεις εκ μέρους της Ενωσης. Αλλά με αυτόν τον τρόπο θα
ενεργούσε και οποιαδήποτε άλλη χώρα.
Είναι
επίσης βέβαιον ότι η διέλευση προσφύγων και μεταναστών από την Τουρκία έχει
δημιουργήσει ένα σύστημα παράνομου πλουτισμού της πλέον απάνθρωπης μορφής, με
ποικίλες διασυνδέσεις και αξιοσημείωτη ισχύ. Αλλά αδιαμφισβητήτως στην Τουρκία
υπάρχει κράτος – έστω αυταρχικό, έστω διαβρωμένο, πλην όμως αποτελεσματικό.
Λογικό είναι ότι η όποια προσπάθεια του κ. Ερντογάν να εξαρθρώσει τα κυκλώματα
αυτά θα συναντήσει ισχυρές αντιδράσεις.
Για λόγους
–που δεν είναι του παρόντος όμως– η Αγκυρα έχει περιέλθει σε εξαιρετικά δυσχερή
θέση στον τομέα των διεθνών σχέσεων και οι εξελίξεις τόσο στο εσωτερικό όσο και
στην περιοχή των νοτίων συνόρων της είναι έκρυθμη και απειλεί ακόμη και την
εδαφική ακεραιότητα της χώρας. Σε αυτό το εξόχως ρευστό περιβάλλον η Ευρωπαϊκή
Ενωση αποτελεί ευκαιρία επανόδου της Τουρκίας στη διεθνή σκηνή ως σταθεροποιητικού
παράγοντος.
Η
ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας είχε ανασταλεί σαφώς λόγω του «δημοκρατικού
ελλείμματος» που αναμφίβολα υπάρχει, της στάσεώς της έναντι της Κυπριακής
Δημοκρατίας αλλά κυρίως και ανομολογήτως λόγω της πολιτιστικής και της
θρησκευτικής διαφορετικότητος αυτής της χώρας έναντι της κατ’ επίφασιν
«Χριστιανικής Ευρώπης».
Είναι προφανές ότι η αποτελεσματική συνεργασία της
Αγκυρας θα νομιμοποιήσει το μετριοπαθές Ισλάμ και θα απομονώσει κάποιους
έξαλλους Ευρωπαίους ηγέτες που αντιδρούν στην εγκατάσταση μουσουλμάνων
προσφύγων στις χώρες τους.
Οσο για τα
ελληνοτουρκικά είναι σαφές ότι η παρούσα κρίση δεν πρέπει να αποτελέσει αφορμή
για εσπευσμένη επίλυση ιστορικών πλέον διαφορών. Διαχείριση των προβλημάτων
απαιτείται με σύνεση και σταθερότητα, αλλά κυρίως ανάπτυξη της συνεργασίας στον
υψηλότερο δυνατό βαθμό. Εχουν η Ελλάς και η Τουρκία σαφώς ουσιαστικότερα
συμφέροντα και μεγαλύτερη συνάφεια απ’ ό,τι με ορισμένες χώρες της «νέας
Ευρώπης».