Ολα αυτά που περνάει τώρα η
Αμερική και πέρασε πριν από λίγους μήνες η Μεγάλη Βρετανία, τα έχουμε περάσει
εμείς νωρίτερα. Ισως γι’ αυτό είμαστε και λίγο μπλαζέ απέναντι σε φαινόμενα που
θα έπρεπε να μας τρομάζουν. Επικράτηση των άκρων; Ασύλληπτη δυσπιστία απέναντι
στην ελίτ και στα «συστημικά μέσα ενημέρωσης»; Αλογη κατανάλωση θεωριών
συνωμοσίας και απλοϊκών ερμηνειών; Θεοποίηση του Διαδικτύου και των μέσων
κοινωνικής δικτύωσης; Διχασμός και πόλωση πέραν κάθε ορίου; Ταξική
διαφοροποίηση της ψήφου;
Τα περάσαμε όλα αυτά, με εμφανή αποτελέσματα, από το 2010 και μετά. Ημασταν πρόδρομοι αυτών των φαινομένων. Ισως γι’ αυτό να είμαστε τυχεροί μέσα στην ατυχία μας και να γίνουμε αυτό που περιγράφει ο Νάιαλ Φέργκιουσον ως μια μεταλαϊκιστική κοινωνία.
Οι Αμερικανοί πολίτες δεν έχουν, βέβαια, βιώσει την κρίση που πέρασαν οι Ελληνες. Με τρομάζει το πώς θα είχαν αντιδράσει αν είχαν υποστεί την αντίστοιχη, απότομη και θεαματική μείωση του επιπέδου ζωής, αλλά και –το κυριότερο– των προσδοκιών που έχουν για τους ίδιους και τα παιδιά τους.
Ο φόβος για τη στασιμότητα, την παγκοσμιοποίηση, τη μετανάστευση τους οδήγησε σε έναν πολιτικό που αγνόησε κάθε νόμο της πολιτικής. Ηταν τυχερός, βέβαια, γιατί βρήκε απέναντί του δύο εκπροσώπους του στάτους κβο, των δυναστειών που έχουν πρωταγωνιστήσει επί δεκαετίες στην αμερικανική πολιτική σκηνή. Κέρδισε τον υιό Μπους στις προκριματικές εκλογές και την Κλίντον στο τέλος.
Η αμερικανική ελίτ, πολιτική, μιντιακή, ακαδημαϊκή, αιφνιδιάσθηκε πλήρως. Την «έπαθε» όπως το παλαιό πολιτικό σύστημα στις πρώτες εκλογές του 2012, που δεν προείδε το σάρωμά του. Οι Αμερικανοί ψηφοφόροι ήθελαν να στείλουν ένα μήνυμα τιμωρίας και οργής και το έκαναν με τον πιο ηχηρό τρόπο.
Δεν είναι μόνοι τους οι Αμερικανοί. Το ίδιο έκαναν οι Βρετανοί, το ίδιο ενδέχεται να κάνουν αύριο οι Γάλλοι. Μοιάζουν με τον επιβάτη του τρένου της παγκοσμιοποίησης που φωνάζει «σταματήστε το τρένο να κατέβω». Το πρόβλημα είναι ότι το τρένο δεν σταματάει, είτε συνεχίζει, πετώντας αριστερά και δεξιά όποιον δεν αντέχει, είτε εκτροχιάζεται.
Τα περάσαμε όλα αυτά, με εμφανή αποτελέσματα, από το 2010 και μετά. Ημασταν πρόδρομοι αυτών των φαινομένων. Ισως γι’ αυτό να είμαστε τυχεροί μέσα στην ατυχία μας και να γίνουμε αυτό που περιγράφει ο Νάιαλ Φέργκιουσον ως μια μεταλαϊκιστική κοινωνία.
Οι Αμερικανοί πολίτες δεν έχουν, βέβαια, βιώσει την κρίση που πέρασαν οι Ελληνες. Με τρομάζει το πώς θα είχαν αντιδράσει αν είχαν υποστεί την αντίστοιχη, απότομη και θεαματική μείωση του επιπέδου ζωής, αλλά και –το κυριότερο– των προσδοκιών που έχουν για τους ίδιους και τα παιδιά τους.
Ο φόβος για τη στασιμότητα, την παγκοσμιοποίηση, τη μετανάστευση τους οδήγησε σε έναν πολιτικό που αγνόησε κάθε νόμο της πολιτικής. Ηταν τυχερός, βέβαια, γιατί βρήκε απέναντί του δύο εκπροσώπους του στάτους κβο, των δυναστειών που έχουν πρωταγωνιστήσει επί δεκαετίες στην αμερικανική πολιτική σκηνή. Κέρδισε τον υιό Μπους στις προκριματικές εκλογές και την Κλίντον στο τέλος.
Η αμερικανική ελίτ, πολιτική, μιντιακή, ακαδημαϊκή, αιφνιδιάσθηκε πλήρως. Την «έπαθε» όπως το παλαιό πολιτικό σύστημα στις πρώτες εκλογές του 2012, που δεν προείδε το σάρωμά του. Οι Αμερικανοί ψηφοφόροι ήθελαν να στείλουν ένα μήνυμα τιμωρίας και οργής και το έκαναν με τον πιο ηχηρό τρόπο.
Δεν είναι μόνοι τους οι Αμερικανοί. Το ίδιο έκαναν οι Βρετανοί, το ίδιο ενδέχεται να κάνουν αύριο οι Γάλλοι. Μοιάζουν με τον επιβάτη του τρένου της παγκοσμιοποίησης που φωνάζει «σταματήστε το τρένο να κατέβω». Το πρόβλημα είναι ότι το τρένο δεν σταματάει, είτε συνεχίζει, πετώντας αριστερά και δεξιά όποιον δεν αντέχει, είτε εκτροχιάζεται.