Η κυβέρνηση τελικά πείσθηκε. Και παράλληλα φαίνεται να
πείσθηκε και η τρόικα. Αλλος τρόπος εξόφλησης οφειλών εκτός εκείνου των πολλών
δόσεων δεν υπάρχει. Και ιδιαίτερα των οφειλών των επιχειρήσεων, που αποτελούν
και το μεγαλύτερο πρόβλημα, αφού οι συνολικές ληξιπρόθεσμες οφειλές των 100
χιλιάδων μικρών και των 10 χιλιάδων μεγαλύτερων επιχειρήσεων κυμαίνονται από 37
μέχρι 42 δισ. ευρώ, τα οποία είναι χρέη σε τράπεζες, στο Δημόσιο, σε
ασφαλιστικά ταμεία, σε προμηθευτές, ακόμη και σε εργαζόμενους.
Αν και πόσοι θα ενταχθούν στη σχετική ρύθμιση
-και κυρίως θα παραμείνουν συνεπείς στην υποχρέωσή τους- είναι κάτι που κανένας
δεν μπορεί να προβλέψει, αλλά οι εκτιμήσεις μιλάνε για τεράστια οφέλη όλων των
εμπλεκομένων στη διαδικασία, αν όλα εξελιχθούν ομαλά. Και είναι εύλογο. Δεν θα
εισπραχθούν μόνο οφειλές, αλλά θα διατηρηθούν σε λειτουργία ή θα
επαναλειτουργήσουν επιχειρήσεις και έτσι θα διασωθούν θέσεις εργασίας.
Αντικειμενικά είναι ό,τι ευνοϊκότερο θα μπορούσε να
γίνει. Οταν μάλιστα διαγράφονται πρόστιμα και προσαυξήσεις και η όλη διαδικασία
τίθεται υπό τον έλεγχο των τραπεζικών αλλά και δικαστικών αρχών, είναι προφανές
ότι οι όποιες ρυθμίσεις δεν θα γίνουν μόνο με τον ευνοϊκότερο δυνατό τρόπο αλλά
και με τη δικαστική εγγύηση της ισότιμης κρίσης όλων. Και κυρίως μέσα σ' ένα σύντομο
χρονικό διάστημα, το πολύ ένα τρίμηνο, έτσι ώστε να γνωρίζουν οι ενδιαφερόμενοι
τις προοπτικές τους.
Αν μάλιστα συνεκτιμηθεί ότι παράλληλα θα προχωρήσει
και η διαδικασία της εξόφλησης σε πολλές δόσεις και των ληξιπρόθεσμων οφειλών
των ιδιωτών, είναι προφανές ότι διαμορφώνονται προϋποθέσεις ουσιαστικής
ενίσχυσης των εσόδων αλλά και γενικότερης κινητικότητας στον χρηματοπιστωτικό
καθώς και στον επιχειρηματικό τομέα. Δεν πρόκειται μόνο για προσπάθεια επίλυσης
ενός μεγάλου προβλήματος, αλλά και για μια σημαντική ευκαιρία για την οικονομία.