Θα ήταν προκλητικά αναληθής ο ισχυρισμός από ελληνικής πλευράς
ότι έχουμε εκπληρώσει στο ακέραιο τις δεσμεύσεις μας για διαρθρωτικού χαρακτήρα
μεταρρυθμίσεις. Είναι αρκετές και σημαντικές οι εκκρεμότητες που υπάρχουν στον
τομέα αυτόν και εξυπακούεται ότι σταδιακά θα πρέπει να συντονιστούμε με τα
ισχύοντα στα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Θα ήταν, όμως, ασυγχώρητα αφελής η άποψη ότι οι διαφωνίες που
έχουν ανακύψει με την τρόικα στη συγκεκριμένη φάση της διαπραγματευτικής
διαδικασίας οφείλονται στις υστερήσεις και τις καθυστερήσεις μας στο θέμα των
μεταρρυθμίσεων. Γιατί όταν οι εκπρόσωποι των δανειστών επιχειρούν να εμφανίσουν
προβλήματα εκεί που δεν υπάρχουν και σε τομείς για τους οποίους είναι
αναρμόδιοι, τότε είναι προφανές ότι κάτι άλλο υποκρύπτει η στάση τους.
Το θέμα της κεφαλαιοποίησης των τραπεζών έχει
αντιμετωπιστεί με υποδειγματικό τρόπο και επ' αυτού υπάρχει και η επιβεβαίωση
των αρμόδιων διεθνών οργανισμών που προέβησαν σε σχετικούς ελέγχους. Πέραν
τούτου το ΔΝΤ, που είχε θεωρηθεί υπεύθυνο για διαρροές περί του αντιθέτου σε
διεθνή μέσα ενημέρωσης, διέψευσε τα όσα του είχαν αποδοθεί.
Παρ' όλα αυτά ο Τόμσεν και οι συνεργάτες του
επανήλθαν χθες με αυθαίρετους υπολογισμούς για τις κεφαλαιουχικές ανάγκες των
συστημικών τραπεζών. Η σκοπιμότητα είναι προφανής. Με βάση τη λογική που
προωθούν, η χώρα μας ενδέχεται να εμφανίσει δημοσιονομικό κενό κι αυτό σημαίνει
πρόσθετη χρηματοδότηση και, κατά συνέπεια, νέο μνημόνιο.
Αλλά η κυβέρνηση είναι δεσμευμένη από τον
περασμένο Νοέμβριο πως ούτε μέτρα δημοσιονομικού χαρακτήρα, ούτε την υπαγωγή
της σε νέο μνημόνιο θα αποδεχτεί. Κι αυτή η γραμμή θα πρέπει να τηρηθεί
απαρέγκλιτα. Το αξιώνουν οι θυσίες του ελληνικού λαού και το επιβάλλει η
δημοσιονομική πορεία της χώρας.