Στο τέλος του τρίτου ελληνικού
προγράμματος βοήθειας στις 20 Αυγούστου και στο δύσκολο καλοκαίρι λόγω
πυρκαγιών που έβγαλαν στην επιφάνεια χρόνια προβλήματα αναφέρεται ο γερμανικός
τύπος.
Εκτενές ρεπορτάζ για την Ελλάδα με αφορμή την επικείμενη
ολοκλήρωση του προγράμματος βοήθειας προς στην Ελλάδα φιλοξενεί το Der Spiegel
με τίτλο «Αποστολή εξετελέσθη-Η Ελλάδα πεθαίνει». Μια επίσκεψη σε ένα μικρό
ελληνικό χωριό με γηραιούς κυρίωες κατοίκους και λίγα παιδιά γίνεται αφορμή για
μια αποτίμηση της διάσωσης της Ελλάδας και των μεταρρυθμίσεων. «273,7 δις ευρώ
έδωσαν στην Ελλάδα η ΕΚΤ, η Κομισιόν και το ΔΝΤ. Η χώρα μπορεί πια να δανειστεί
μόνη της από τις διεθνείς αγορές. Ένα από τα μεγαλύτερα δράματα στην ευρωπαϊκή
ιστορία φτάνει προσωρινά σε ένα τέλος: η ελληνική κρίση χρέους. Οδήγησε το ευρώ
στο χείλος του γκρεμού και δίχασε την ΕΕ.
Και μετέτρεψε την Ελλάδα σε μια άλλη
χώρα. Κανένα άλλο κράτος του κόσμου δεν έχει μελετηθεί τόσο ενδελεχώς. Με ένα
σκληρό μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα περικόπηκαν μισθοί και συντάξεις και αυξήθηκαν
οι φόροι. Τουλάχιστον μέχρι το 2060 οι Έλληνες θα πρέπει να εξοφλήσουν τα χρέη
τους. Παραδόξως παραβλέφθηκε το σημαντικότερο: χρέη μπορεί να αποπληρώσει μόνο
μια χώρα που αναπτύσσεται. Η Ελλάδα όμως συρρικνώνεται: 550.000 άνθρρωποι έχουν
μεταναστεύσει από την αρχή της κρίσης και περίπου 10,7 εκατομ. άνθρωποι
διαβιούν στη χώρα» σημειώνει το Der Spiegel.
Οι
μεταρρυθμίσεις, το δημογραφικό και η ανάπτυξη
Το περιοδικό αναφέρεται στον
στόχο της υπουργού Διοικητικής Ανασυγκρότησης Όλγας Γεροβασίλη «να θέσει τέλος
στις πελατειακές σχέσεις. Αυτό έχει υποσχεθεί κάθε πολιτικός που ανέλαβε αυτή
τη θέση αλλά κανείς δεν τα κατάφερε.
Για αιώνες η ελληνική διοίκηση
λειτουργούσε σαν πρόφαση για τη νομιμοποίηση του νεποτισμού. Οι πελατειακές
σχέσεις ήταν θεμελιώδης αρχή της κοινωνίας (…) Θα πρέπει όμως να μπει ένα
τέλος». Το περιοδικό κάνει αναφορά στις προσπάθειες για εκσυγχρονισμό του
δημοσίου με τη βοήθεια και γαλλικής τεχνογνωσίας, χαρακτηρίζει όμως την όλη
προσπάθεια ως ένα «πείραμα ανυπέρβλητων διαστάσεων». Αντίστοιχα δύσκολο είναι
και το θέμα της ψηφιοποίησης της ελληνική διοικητικής και κυβερνητικής μηχανής
που έχει αναλάβει ο αρμόδιος υπουργός Ν. Παππάς. «Άλλη μια επανάσταση»
σημειώνει το περιοδικό.
«Η απαρχαιωμένη δομή της ελληνικής διοίκησης ήταν
παροιμιώδης», γράφει το Spiegel.
Πάντως παρά τη σημασία αντίστοιχων μεταρρυθμίσεων, θα πρέπει
αυτές, σύμφωνα με το Spiegel, να λαμβάνουν υπόψη μελλοντικά την αρνητική
δημογραφική εξέλιξη στη χώρα σε συνάρτηση με την οικονομία. «(...) Πρέπει να
σταματήσει η μετανάστευση των νέων, οι μετανάστες θα πρέπει να επιστρέψουν και
οι συνθήκες ζωής να σταθεροποιηθούν ώστε οι οικογένειες να θέλουν και πάλι να
αποκτήσουν παιδιά. (…)
Τίποτα από όλα αυτά δεν θα συμβεί χωρίς σταθερή
οικονομική ανάπτυξη αλλά κάτι τέτοιο δεν διαφαίνεται», αναφέρει το Spiegel. Το
ρεπορτάζ φιλοξενεί επίσης και τον καθηγητή Νομικής του Εθνικού και
Καποδιστραικού Πανεπιστημίου Αθηνών Αριστείδη Χατζή, ο οποίος θεωρεί ότι η
Ελλάδα «θα πρέπει επιτέλους να ανοίξει την αγορά της» και ότι η ελληνική κρίση
έγινε «κρίση θεσμών». Το περιοδικό παρατηρεί επίσης ότι παρά τις μεταρρυθμίσεις
η ελληνική αγορά εργασίας είναι από τις πιο απορρυθμισμένες στην ΕΕ και η
ανεργία έχει ελάχιστα μειωθεί.
Η ίδρυση νέων επιχειρήσεων είναι το ίδιο δύσκολη
όσο και πριν από την κρίση ενώ δυσκολίες υπάρχουν και στον τομέα των ξένων
επενδύσεων, όπου βέβαια «έχουν σημειωθεί επιτυχίες», όπως παρατηρεί το
περιοδικό. Κλείνοντας το ρεπορτάζ αναφέρει: «Κάποτε φαινόταν ότι η ελληνική
κρίση χρέους θα βύθιζε την ΕΕ στην άβυσσο. Αυτή τη στιγμή μοιάζει περισσότερο
σαν μια δαπανηρή παράπλευρη απώλεια στην περαιτέρω ώθηση της ευρωπαϊκής
ενοποίησης. Ως το 2060 θα πρέπει το ελληνικό κράτος κάθε χρόνο να επιτυγχάνει
πλεονάσματα στον προϋπολογισμό ώστε να εμβάζει το μεγαλύτερο μέρος του στους
δανειστές, σύμφωνα με όσα ορίζουν οι κανόνες. Κάτι που είναι ένα δύσκολο
καθήκον για μια οικονομικά πετυχημένη χώρα. Για τους Έλληνες θα πρέπει να είναι
αδύνατο. Επειδή η δημογραφική ανάπτυξη συνδέεται άμεσα με την οικονομική
ανάπτυξη».
«Καμένη
γη» αντίγια γιορτή
«Καμένη γη» είναι ο τίτλος
άρθρου γνώμης στη Süddeutsche Zeitung, το οποίο αναφέρεται στα χρόνια
προβλήματα της που ανέδειξε η φονική πυρκαγιά στο Μάτι. «Διασώστες σε πανικό,
αξιωματούχοι που δεν συμφωνούν για τις ευθύνες που φέρουν-και αυτά είναι
εικόνες που θα μείνουν από αυτό το καλοκαίρι. Ένα καλοκαίρι που θα έπρεπε να
είχε εξελιχθεί αλλιώς. Η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα ήθελε να χρησιμοποιήσει τον
Αύγουστο για γιορτή, οι Έλληνες θα έπρεπε να γιορτάσουν το τέλος της
'δουλείας', την επανάκτηση της κυριαρχίας τους από τους διεθνείς πιστωτές. Για
τις 21 Αυγούστου είχε σχεδιαστεί, πριν την πυρκαγιά, μια ανοιχτή γιορτή. Στις
20 Αυγούστου τελειώνει το τρίτο και τελευταίο πρόγραμμα βοήθειας προς την Αθήνα
(...)».
Η σχολιογράφος κάνει μια αναδρομή στα χρόνια της κρίσης και
σημειώνει ότι «υπήρχαν ενδείξεις ότι η Αθήνα ζούσε πάνω από τις δυνάμεις της
για καιρό, αλλά η ΕΕ δεν ήθελε να το δει. Όταν πια δεν υπήρχε περιθώριο για
εξωραϊσμούς, οι διασώστες ανάγκασαν την χώρα να μπει σε έναν κορσέ που ήταν
όμως για πολλούς Έλληνες αποπνικτικός». Όπως σημειώνει το άρθρο «τα μέτρα
λιτότητας έπληξαν κυρίως τη μεσαία τάξη και τα χαμηλότερα εισοδήματα. Για αυτό
φέρουν ευθύνη όχι μόνο οι δανειστές αλλά και όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις
(…)».
Τα τελευταία χρόνια ο τουρισμός βοηθά τη χώρα να ανακάμψει, γράφει η SZ,
ωστόσο ο μεγαλύτερος παράγοντας που προκαλεί αβεβαιότητα για το μέλλον είναι η
πρόβλεψη για πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% ως το 2022 και έπειτα 2,2% ως το 2060.
Η σχολιογράφος παρατηρεί πάντως ότι αν και δεν έχουν υλοποιηθεί όλες οι
μεταρρυθμίσεις, κάποιες που έγιναν είναι σημαντικές πχ. η ανεξαρτησία της
εφορίας. Επίσης σημαντικό θεωρεί στον ρεαλισμό του Τσίπρα, ο οποίος σήμερα
θεωρείται «αξιόπιστος» εταίρος. Αυτό όμως που ούτε αυτός κατάφερε να εξαλείψει
ήταν «η παλιά ασθένεια του πελατειακού κράτους», ενώ η ίδια θεωρεί αμφίβολο εαν
οι συντηρητικοί που ετοιμάζονται να αναλάβουν τη διακυβέρνηση το 2019, θα
πράξουν καλύτερα.
Tο άρθρο κλείνει με μια αναφορά στα πρόσφατα δραματικά γεγονότα
της Αττικής: «Η μελλοντική πολιτική μπορεί να είναι μη δημοφιλής στον κόσμο.
Αυτό έδειξε δυστυχώς και το παράδειγμα στο Μάτι. Πολλοί λένε ότι εαν υπήρχε
κρατική πρόβλεψη, δεν θα είχαμε φτάσει στο Μάτι, μια περιοχή τόσο άναρχα
δομημένη χωρίς διεξόδους κινδύνου. Στο μέλλον θα πρέπει όλα να γίνουν καλύτερα:
τα αυθαίρετα θα πρέπει να κατεδαφιστούν και να μπει τέλος στις κακοτεχνίες. Θα
ξεκαθαριστεί εάν η πυροσβεστική είχε οικονομικά προβλήματα ή –και γι αυτό
υπάρχουν ενδείξεις- είχε τόσο κακή διαχείριση που οδήγησε σε λάθος δρόμο τους
διασώστες. Μια δίχως περιστροφές εξήγηση οφείλουν στους νεκρούς και τους
οικείους τους όλοι οι υπεύθυνοι».